Η ρεαλιστική απεικόνιση δεν είναι μία, αλλά πολλές. Θα μπορούσαμε να πούμε, όσες οι κόκκοι της άμμου. Εξαρτάται κάθε φορά απ’ τις θεματικές επιλογές του καλλιτέχνη, το είδος προσέγγισης των αντικειμενικών δεδομένων που επιχειρεί εκφραστικά να διερμηνεύσει, τους ποιοτικούς συσχετισμούς που μέσα από το έργο του ο δημιουργός προβάλλει στον θεατή, το κλίμα εντέλλει υποβλητικότητας μέσα στο οποίο τον μυεί, ανοίγοντάς του μια γέφυρα επικοινωνίας με τα υποδεικνυόμενα και τα εννοούμενα της θέασης. * το κείμενο περιλαμβάνεται στην έκδοση που κυκλοφόρησεΣτα ίχνη της σκιάς *
Ο Χρήστος Γαρουφαλής επιλέγει θεματικά ορισμένα στοιχεία από τον μικρόκοσμο της καθημερινότητας ένα μπρίκι για αφεψήματα, κάποιο κύπελλο, ένα σπασμένο κεραμίδι, το γνώριμο χαμηλό ξύλινο σκαμνί, το αλλοτινό σίδερο με κάρβουνα για το σιδέρωμα των ρούχων, ένα τάσι, μια πετσέτα αφημένη τυχαία, ένα περιστέρι που φευγαλέα κοντοστάθηκε για να ξαναπετάξει κατόπιν. Ο χρόνος στον οποίο παραπέμπουν όπλα αυτά τα στοιχεία είναι εκείνος του παρελθόντος ή της νοσταλγίας για πράγματα ταπεινά και οικεία που έχουν διατηρήσει ωστόσο τα σημάδια της ανθρώπινης χρήσης, ενώ τα θωπεύει η λησμονιά.
Η πολυτιμότητα του περιττού ή του περιθωριοποιημένου, από τις αλλαγές των καιρών και τους διαφορετικούς ρυθμούς ζωής που βιώνουμε, μεταμορφώνουν τα αντικείμενα αυτά σε είδωλα ενός κόσμου που εξαφανίζεται, χωρίς να έχει εξαντλήσει τις ιστορίες του. Αυτές τις ιστορίες προσπαθεί να ανασυστήσει ο Χρήστος Γαρουφαλής, μα περισσότερο την φαντασιωτικά ημιτελή τους ζωή, όπως θα μπορούσε σήμερα εκείνη να συνεχιστεί, μέσα από ένα άλλο βλέμμα ανίχνευσης.
Το φως, στη συγκεκριμένη περίπτωση, διαχέεται στο χώρο, ενώ διαπλέκεται με τους χρωματικούς τόνους και τις διαβαθμίσεις της κάθε σκιάς. Ο διάλογος των αντικειμένων υποδηλώνει την τυχαία και μοιραία συνεύρεσή τους, κάνοντας έμμεσα μνεία στην χρονική δισυπόστατη στιγμή. Είναι σαν το πάγωμα ενός δευτερολέπτου, με την ταυτόχρονη διαστολή του μπροστά στο βλέμμα του θεατή.
Ο ζωγράφος μάς ανοίγει όχι μιαν αυλαία, αλλά ένα θύρωμα, μέσα απ’ το οποίο σιωπηλά και ανεπίληπτα γλιστρά το βλέμμα στα μύχια ενός κόσμου παρωχετευμένου, ενώ ο εισερχόμενος φτάνει ως εκεί μέσα απ’ τον κόσμο της αντιπαροχής.
Με εξασκημένη σχεδιαστική ικανότητα και μορφοπλαστική ευκρίνεια, τα αντικείμενα μας αποκαλύπτουν την απτότητα και αμεσότητα του γνωστού κι εξαιρετέου, δημιουργώντας έναν μικρογραφικό χάρτη συναρτήσεων του φωτός με τις σκιές, των διαφανειών με τις αντανακλάσεις, της χροιάς των χρωματικών τόνων με το ύφος και την ατμοσφαιρικότητα μιας κλίμακας χαμηλών τάσεων και ψιθυρικών παραλειπομένων της παραστατικότητας. Μιας παραστατικότητας που ενώ η λεπτομερής καταγραφή των χαρακτηριστικών της γνωρισμάτων θα την ήθελε να εξαντλείται μέσα από την ελεγεία του ευτελούς ή την ειλικρίνεια της πενιχρότητας, εκείνη ωστόσο ανθίσταται στον χρόνο, προτρέποντάς μας να αναζητήσουμε τα κρυμμένα νοήματα ή τα αινίγματα της ρεαλιστικής απεικόνισης στο βάθος του χώρου και του χρόνου, στις μνημικές αναδιφήσεις, καθώς και στις εγγραφές του συλλογικού υποσυνειδήτου.
Μέσα από τα ίχνη της σκιάς, των χοϊκών χρωμάτων και της θαλπωρής, ο Χρήστος Γαρουφαλής προσκαλεί τον θεατή στην παραμυθία μιας αλλοτινής ηθικής και των συναφών αξιών της, που παρά τις αντίξοες συνθήκες, επιμένουν ακόμα να υπάρχουν, για όσους τις επιζητούν.
Αθηνά Σχινά, 1998
με αφορμή την έκθεση ζωγραφικής στη γκαλερί ΤΡΙΓΩΝΟ.